Με αφορμή τις τρεις συναυλίες των Uriah Heep σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη κάνουμε μια αναδρομή στην ιστορία τους, μια από τις πιο συναρπαστικές στo βιβλίο του Rock΄n΄roll. Οι Uriah Heep είναι ένα από τα τέσσερα βρετανικά συγκροτήματα που επηρέασαν και διαμόρφωσαν, θα λέγαμε, τον ήχο του ροκ της δεκαετίας του ΄70 (τα άλλα τρία είναι οι Black Sabbath, Deep Purple και Led Zeppelin) και όχι μόνο. Έχουν κατορθώσει να συμπληρώσουν 30 χρόνια συνεχόμενης παρουσίας στη δισκογραφία, την ώρα που τα άλλα συγκροτήματα που αναφέραμε διαλύονταν προσωρινά, οριστικά, άλλαζαν συνθέσεις, απουσιάζοντας έτσι συχνά από τη δισκογραφία. Τα άλλα συγκροτήματα όμως έχτισαν τεράστιους μύθους γύρω από το όνομά τους, σε αντίθεση με τους  Heep που είναι μάλλον οι αδικημένοι της υπόθεσης. 
  
Η ιστορία των Heep ξεκινά στο Λονδίνο της δεκαετίας του ΄60 όπου ο έφηβος τότε Mick Box τα πρωινά δούλευε σε μια εταιρία εξαγωγών, ενώ τα βράδια έπαιζε σε διάφορα γκρουπ κάνοντας ζωντανές εμφανίσεις. Το πιο γνωστό από αυτά ήταν οι Stalkers. Η μπάντα έκανε τα πάντα και έπαιζε όπου μπορούσε -ακόμα και σε πάρτι γενεθλίων- για να βγει από την αφάνεια και να ενισχύσει το χαρτζιλίκι των μελών της. Σαν μέλος των Stalkers γνωρίζει τον David Garrick, ο οποίος είχε τραγουδήσει μαζί τους μερικές φορές. Οι δυο τους σχηματίζουν τους Spice. Οι φήμες λένε ότι καθώς το συγκρότημα μοιραζόταν τον ίδιο χώρο για πρόβες με τους Deep Purple, στους οποίους είχε μόλις προσχωρήσει ο Ian Gillan, «δανείστηκε» κάποιες ιδέες από το διάσημο συγκάτοικό του. 
  
Ο πατέρας του μπασίστα των Spice Paul Newton έγραψε ένα γράμμα στον παραγωγό / μάνατζερ Jerry Bron και τον έπεισε να οργανώσει ένα live στο Blues Loft του High Wycombe. Μετά από αυτό ο Bron που πήρε τη μπάντα υπό την προστασία του πρότεινε να πάρουν ένα μόνιμο μέλος στα πλήκτρα. Έτσι, ήρθε στο συγκρότημα ο Ken Hensley από τους Gods. Έτσι το συγκρότημα αποτελούνταν από τους : Box (κιθάρα), Byron-το όνομα με το οποίο έγινε γνωστός ο David Garrick-(φωνητικά), Hensley(πλήκτρα), Newton(μπάσο) και Alex Napier για ένα μήνα στα ντράμς. Το όνομα “Uriah Heep” (το U προφέρεται “γιου”) ήταν ιδέα του Bron, αφού απέρριψε το “Corrugated Dandruff and Bollards”. Το όνομα προήλθε από τον ομώνυμο ήρωα του Ντίκενς στο βιβλίο «Ντέηβιντ Κόπερφηλντ» καθώς το 1969 όπου λαμβάνει χώρα η ιστορία ήταν η εκατοστή επέτειος από το θάνατο του λογοτέχνη. 

Η σύνθεση του συγκροτήματος έμελε να αλλάξει παρα πολλές φορές στο μέλλον. Είναι χαρακτηριστικό ότι η πρώτη σύνθεση που αναφέραμε για καθαρά ιστορικούς λόγους διήρκεσε για μόλις ένα μήνα, από το Δεκέμβριο το ΄69 μέχρι τον Ιανουάριο του ΄70. Το ντεμπούτο στη δισκογραφία γίνεται με το δίσκο “Very ΄Eavy Very ΄Umble” τον Ιούνιο του 1970 με τα θρυλικά «Gypsy» και «Come Away Melinda» το οποίο μάλιστα ξαναβγήκε σε σινγκλ για τα τριάντα χρόνια του συγκροτήματος . Δεν θα έλεγε κανείς ότι ο δίσκος έχαιρε καθολικής αποδοχής από κοινό και μουσικό τύπο. Είναι άλλωστε χαρακτηριστικό το σχόλιο δημοσιογράφου στο περιοδικό Rolling Stone : “If this band make it, I will commit suicide” (=αν αυτή η μπάντα τα καταφέρει, θα αυτοκτονήσω). 
  
Έπεται το “Salisbury” το Φεβρουάριο του 1971 το οποίο μάλιστα κυκλοφόρησε με διαφορετικά εξώφυλλα σε Ευρώπη και Αμερική. Ο δίσκος αυτός μας έδωσε τα “Bird Of Prey”, το ιδιαίτερα αγαπητό στη χώρα μας “Lady In Black” καθώς και την εκπληκτική σύνθεση “Salisbury”. Μέσα στην ίδια χρονιά, τον Οκτώβριο, κυκλοφορεί το “Look At Yourself” με εξώφυλλο τον καθρέπτη και με το ομώνυμο τραγούδι και το “July Morning” να ξεχωρίζουν. 

Το συγκρότημα βρίσκεται σε εξαιρετική φόρμα καθώς ο πυρήνας Box, Hensley, Byron μένει σταθερός. Σε αυτόν προστίθεται ο ντράμερ Lee Kerkslake το Νοέμβρη του ΄71 και ο μπασίστας Gary Thain  το Φεβρουάριο του ΄72. με αυτή τη σύνθεση θα κυκλοφορήσουν τα πιο πετυχημένα και καλύτερα για πολλούς οπαδούς albums τα “Demons and Wizards” και “Magician΄s Birthday” το Μάιο και το Νοέμβριο του ΄72 αντίστοιχα. Με την ίδια σύνθεση θα κυκλοφορήσουν τα “Sweet Freedom” και “Wonderworld” τα οποία είναι μεν καλά άλμπουμ αλλά δεν μπορούν να συγκριθούν με τους προκατόχους τους.   
  
Η αντικατάσταση του Gary Thain από τον John Wetton των King Crimson στο μπάσο το Μάρτιο του ΄75 έδωσε νέα δημιουργική πνοή στο συγκρότημα, η οποία φαίνεται στους δίσκους “Return To Fantasy”( Μάιος ΄75) και κυρίως στο “High And Mighty” ( Ιούνιος ’76) που συμμετέχει στα φωνητικά και στη σύνθεση των τραγουδιών. Στο μεταξύ οι σχέσεις των μελών πήγαιναν από το κακό στο χειρότερο. Σημαντικό ρόλο έπαιξε η εμπορική επιτυχία του συγκροτήματος και οι καταχρήσεις. Ο Byron κοίταζε τους άλλους αφ΄ υψηλού με τον αέρα του στάρ. Ο Hensley είχε αρχίσει παράλληλα με τους Heep σόλο καριέρα, ενώ ο Gary Thain μερικούς μήνες μετά την απόλυση του από τον Bron, βρέθηκε νεκρός από υπερβολική δόση ηρωίνης.  

Η αποχώρηση του Byron από το συγκρότημα,  μετά από την τελευταία συναυλία της περιοδείας του ΄76 στην Ισπανία,  ήταν μάλλον φυσική εξέλιξη του κακού κλίματος που επικρατούσε. Ο τραγουδιστής ακολούθησε σόλο καριέρα χωρίς επιτυχία και πέθανε από καρδιά το ΄85. Αντικαταστάτης του ήταν ο John Lawton από τους Lucifer΄s Friend. Εδώ, πρέπει να αναφέρουμε ότι είχε ακουστεί και το όνομα του μεγάλου David Coverdale για αντικαταστάτης και μάλιστα πέρασε και από οντισιόν. Τελικά όμως επέλεξε να ξεκινήσει σόλο καριέρα και να σχηματίσει τους Whitesnake με τους οποίους είχε την πορεία που όλοι λίγο - πολύ γνωρίζουμε. Επίσης, στο μπάσο έρχεται ο Trevor Bolter από τους Spiders From Mars και έχει συνεχή παρουσία στο συγκρότημα μέχρι σήμερα αν εξαιρέσουμε το σύντομο πέρασμά του από τους Wishbone Ash την περίοδο ΄82-΄85. 
  
Τα τρία χρόνια που ακολούθησαν ήταν μια δημιουργική αναγέννηση για το συγκρότημα. Η καταπληκτική φωνή του Lawton ερμηνεύει τραγούδια-θρύλους και κάνει αυτή τη σύνθεση εξίσου αγαπημένη με τις προηγούμενες για τους οπαδούς. Τα άλμπουμ που κυκλοφόρησαν ήταν τα “Firefly” (Φεβρουάριος ΄77),  “Innocent Victim” (Νοέμβριος ΄77) “Fallen Angel” (Σεπτέμβριος ΄78) και έδωσαν στη μουσική του συγκροτήματος κάποια αριστουργήματα όπως τα “Wise Man”, “Sympathy”, “Free Me”, “Free΄n΄Easy”, “Fallen Angel”. 

Όμως η περίοδος ακμής του συγκροτήματος δεν θα κρατούσε για πολύ. Ο Ken Hensley δεν ήταν ιδιαίτερα συμπαθής στους υπόλοιπους, αφού σύμφωνα με δηλώσεις τους δεν έχανε ευκαιρία να επιδεικνύει τον πλούτο του και να κάνει σατανικά πράγματα σύμφωνα με τον Lee Kerkslake. Αποκορύφωμα στάθηκε η πρόσληψη του τραγουδιστή Jon Sloman μετά τη φυγή του Lawton εξαιτίας του δύσκολου χαρακτήρα του. Το άλμπουμ “Conquest” που κυκλοφόρησε το Φεβρουάριο του ΄80 ήταν τελευταίο για τον Hensley σαν μέλος  της μπάντας. 

Τα χρόνια που θα ακολουθήσουν θα είναι μάλλον η χειρότερη περίοδος στην ιστορία των Heep. Οι αλλαγές των μελών είναι συνεχείς και οι δίσκοι που κυκλοφορούν δεν είναι αντάξιοι του ονόματός τους. Έγινε μάλιστα και μια προσπάθεια προσέγγισης του Byron από τον Mick Box, η οποία όμως δεν απέδωσε καρπούς. Ο Sloman αντικαταστάθηκε γρήγορα από τον Pete Goaldby με τον οποίο ηχογραφήθηκαν τα “Abominog” (Μάρτιος ΄80), “Head First” (Μάιος ΄83) και “Equator” (Απρίλιος ΄85). 
  
Οι συνεχείς αποχωρήσεις και η μέτρια δισκογραφική παρουσία του θρυλικού συγκροτήματος αναγκάζει τον Mick Box μοναδικό μέλος με συνεχή παρουσία από τον πρώτο μέχρι τον τελευταίο δίσκο να ανακοινώσει τη διάλυση των Uriah Heep. Φυσικά, η διάλυση δεν κράτησε πολύ. Το 1988 με καινούρια σύνθεση γίνονται το πρώτο συγκρότημα που δίνει συναυλίες στην τότε Σοβιετική Ένωση. Τα αποτελέσματα αυτών των εμφανίσεων υπάρχουν στο άλμπουμ “Live In Moscow” ή “Cam b Mockbe” αν προτιμάτε. Η σύνθεση, η οποία παραμένει σταθερή μέχρι σήμερα και είναι η μακροβιότερη απαρτίζεται από τους : Mick Box -κιθάρα, Bernie Shaw- φωνητικά, Lee Kerkslake- ντραμς, Phil Lanzon- πλήκτρα, Trevor Bolter- μπάσο. 
  
Με αυτή τη σύνθεση κυκλοφορούν τα “Raging Silence” και “Different World” το Μάιο του ΄89 και το Φεβρουάριο του ΄91 αντίστοιχα. Το συγκρότημα ψάχνεται, ακούγεται ανέμπνευστο και ξενίζει ακόμα και τους φανατικούς του οπαδούς. Όμως οι μουσικοί δένουν μεταξύ τους με αποτέλεσμα ένα καταπληκτικό “Sea Of Light” τον Απρίλιο του 1995. Ακολουθεί περιοδεία και η κυκλοφορία ενός Live  άλμπουμ (“Spellbinder”) που περιέχει παλιά και νέα τραγούδια καθώς και ένα κομμάτι από τα sessions του “Sea Of Light”. 
  
Αυτή δεν ήταν απλά μια αναλαμπή της μπάντας. Το 1998 κυκλοφορεί ακόμα ένα πολύ καλό άλμπουμ το “Sonic Origami” που αρχικά πωλούνταν μόνο στο Internet μέχρι που η Eagle Records άρχισε να το διανέμει με ένα επιπλέον κομμάτι στην αγορά. Ακολούθησε μια ακόμα περιοδεία και κυκλοφορία τριών ζωντανών ηχογραφήσεων: “Future Echoes Of The Past”, “Acoustically Driven” και “Electrically Driven”. Το πρώτο είναι ένα διπλό CD -ανθολογία του συγκροτήματος από την τελευταία σύνθεση. Το “Acoustically Driven” είναι μια Unplugged ηχογράφηση με τη βοήθεια ορχήστρας και με καλεσμένο τον Ian Anderson των Jethro Tull ο οποίος ντύνει υπέροχα τις μελωδίες των Heep με το φλάουτό του. Το “Electrically Driven” είναι ένα πολύ δυναμικό ζωντανό άλμπουμ με επιτυχίες του συγκροτήματος από όλες τις περιόδους του. Είναι μια ζωντανή απόδειξη της εξαιρετικής φόρμας που διανύει το συγκρότημα, ’όπως θα μπορέσουν να διαπιστώσουν όσοι τους δουν ζωντανά… 
 

Συλλέγοντας υλικό για το αφιέρωμα των Uriah Heep βρήκα την παρακάτω ιστορία στην επίσημη εφημερίδα που εκδίδει το Fan-club του συγκροτήματος: 

Δυο φίλοι στην Αμερική, ο Tim Young και ο Richard Magner ήθελαν πολύ να δουν ζωντανά τους Uriah Heep. Ήταν οπαδοί του συγκροτήματος καθώς είχαν μεγαλώσει με τη μουσική του. Όταν έμαθαν ότι το αγαπημένο τους συγκρότημα περιόδευε στην Αμερική θεώρησαν καθήκον τους να παρακολουθήσουν έστω μια εμφάνιση του συγκροτήματος. Πήραν τα εισιτήριά τους και περίμεναν με ενθουσιασμό τη μέρα της συναυλίας. Όμως, δυο εβδομάδες πριν τη συναυλία ο Tim πέθανε από ανακοπή. 

Ο θανών δεν είχε οικογένεια ούτε άλλους στενούς φίλους εκτός από τον Richard. Ο τελευταίος σεβόμενος την επιθυμία του φίλου του να δει ζωντανά τους Heep πήρε μαζι του τις στάχτες του Tim στη συναυλία στο Fort Wayne στις 14 Ιουνίου. «είμαι σίγουρος ότι αυτό θα ήθελε και ο Richard, στο κάτω κάτω είχε πληρώσει εισιτήριο», δήλωσε ο Tim. 
 

 
Επιστροφή στη Κεντρική Σελίδα του Roadhouse.gr
 
 Copyright 2001 Roadhouse.gr - All rights reserved