![]() Συνέντευξη στο FunZine Overdub #6 1998 |
Αφορμή για την παρακάτω κουβέντα στάθηκε η παρθενική τους συναυλία
στο Indie Free Festival toy 1997 στο Πεδίον του Άρεως. Η αιτία όμως ήταν
η ισχυρή θέληση μας να γνωρίσουμε καλύτερα τους ανθρώπους εκείνους που
εκείνο το βράδυ αποκάλυψαν μπροστά τα μάτια εκατοντάδων ανθρώπων ένα από
τα πιο καλοφυλαγμένα μυστικά τις ελληνικής “rock” κοινότητας τους Lost
Bodies. Υπάρχουν από το 1983 και κυκλοφορήσαν μόνο 2 κασέτες τις οποίες
διένειμαν μέσο ταχυδρομείου. Τηρούσαν πάντοτε στάση χαμηλών τόνων (κάτι
που ήταν επιβεβλημένο τόσο από την αντιεμπορικότητα του ήχου τους όσο και
από της πολιτικές τους πεποιθήσεις που παραπέμπουν κατευθείαν στον μηδενιστικό
αναρχισμό της δεκαετίας του ’70) με τον καιρό απέκτησαν τι φίμη ενός cult
συγκροτήματος. Πρόσφατα η αγαπητή Lazy Dog από τη Θεσσαλονίκη εξέδωσε με
την εξέδωσε, με την επιμέλεια του Γιάννη Αγγελάκα, ένα CD με τον τίτλο
Ζωή το οποίο περιέχει κάποιο από
το υλικό που βρισκόταν στης κασέτετες του συγκροτήματος. σπάνια
ειλικρίνεια και αυθεντικότητα χαρακτηρίζει το Ζωή, ένα album που ξεφεύγει
από τα τετριμμένα και αποτελεί σήμερα ένα πραγματικό ντοκουμέντο.
Η κουβέντα μας πραγματοποιήθηκε κάποιο Κυριακάτικο σούρουπο του
Οκτώβρη στο σπίτι του Θανάση Κώη, του τραγουδιστή και βασικού μέλους των
Lost Bodies, στο πρόσωπο του αναγνωρίζω ένα ανήσυχο πνεύμα, ένα νέο εγκάρδιο
φίλο και καλοδιάθετο μελλοντικό συνεργάτη. Πριν ξεκινήσουμε ο Θανάσης πρότεινε
να μας Βάλη να ακούσουμε και την καινούργια τους ηχογραφημένοι δουλεία
η όπια δεν έχει κυκλοφορήσει πουθενά ακόμη (και ούτε πρόκειται για το άμεσο
τουλάχιστον μέλλων)-.
Η ακρόαση ήταν αποκαλυπτικοί. Οι Lost Bodies εγκατέλειψαν τον μέχρι
πρότινος πρωτόλειο, ακατέργαστο, lo-fi, art-punk, ήχο τους (συγγνώμη για
τον καταιγισμό από επίθετα, αλλά το να συλλάβεις στο μυαλό σου τον
ήχο των Lost bodies χωρίς να τους έχεις είναι αρκετά δύσκολο, άσχετα αν
τα πράγματα είναι πόλη πιο απλά τελικά) και μπαίνει στον χορό της πειραματικής
και αφηρημένης electronica ηχογραφώντας ένα έργο γεμάτο από cut-ups, παράξενης
ηλεκτρονικούς ήχους και samplings, drum ‘n bass, trip hop και illdient
επιρροές, φέρνοντας στο νου τις τεχνοτροπίες του Karlheinz Stockhaysen,
της ακρότητες του Dj Spooky και τη φιλοσοφία της musique concrete. Και
η γνωστή σπαρακτική βία, η όπια παίρνει μια σαφός πιο εσωτερικοί και ποιητική
μορφή. Με τον ενθουσιασμό με τον όπιο γεμίσαμε από αυτή την ακρόαση, βάλαμε
το κασετοφονάκη να δούλεψη και να καταγράψει κάποια πράγματα που πόλοι
θα έχουν αναρωτηθεί αλλά λίγοι ίσος καταφέρουν μέχρι σήμερα να μάθουν …
OD: Φαντάζομε ότι ο πόλης κόσμος δεν γνωρίζει
πράγματα για τους Lost Bodies, καθότι απείχα από τα μαζικά μέσα ενημερώσεις
και από τι γενικότερη δημοσιότητα. Δεν ξερό αν αφτί ήταν συνειδητοί επιλογή
η όχι, αλλά ίσος θα ήταν καλό να ξεκινήσουμε από το παρελθόν.
LB: Είμαστε κλασική περίπτωση τυφλοπόντικων. Το
φως μας κανί ζημία. Με τον Αντώνη παίζαμε από το 1982 – 1983. Το 1987 αρχίσαμε
να δουλεύουμε με το όνομα Lost Bodies και η πρώτη κασέτα βγήκε το 1988.
Ήμασταν πόλη παραγωγικοί εκείνη την εποχή. Κάθε μέρα γράφαμε και ένα διαφορετικό
κομμάτι και δεν το κρατάγαμε μετά. Βρίσκαμε ένα κομμάτι δηλαδή, μας άρεσε,
το στρώναμε, το γράφαμε και πηγαίναμε στο επόμενο. Στα τέλι του 1988 βγήκε
η δεύτερη δουλεία. Μετά ο Αντώνης έφυγε Ρόδο, ώσπου ξαναβρεθήκαμε μετά
από χρόνια. Εγώ συνέχισα με το Μιχάλη, ένα φίλο ο οποίος γούσταρε πόλη
τι δουλεία μας και μας παρακολουθούσε από κοντά. Κάποιοι άλλοι ίσως να
μπούνε και στης επόμενες δουλείες.
OD: Ωστόσο βρισκόμασταν εκεί στο 1982-83
δεν σκεφτόσασταν να κυκλοφορήσετε με κάποια μορφή τα κομμάτια σας προς
τα έξω;
LB: Εκείνη την εποχή, ναι. Τα κάναμε όλα για την
πάρτη μας. Αλλά κάποια στιγμή είπαμε αφού έχουμε τόσα κομμάτια και μας
αρέσουν, έπρεπε να δοκιμάσουμε τι γίνεται, δηλαδή κάποια θα τα ακούσουν,
κόποι θα γουστάρουν. Ορισμένοι επικοινώνησαν μαζί μας. Ωραία φάση.
OD: Και γιατί Lost Bodies;
LB: δεν θα μπορούσε να είναι αλλιώς, ξερό εγώ;
Χανόμαστε κι απ’ τους κόσμους μας. Μας είχαν πι κιόλας χαμένα κορμιά και
μας άρεσε και γελάγαμε και έλεγε ο ένας τον άλλο χαμένο κορμί κι έτσι ήρθε
και κόλλησε.
OD: Το ότι κυκλοφορήσατε της δουλείες σας
σε κασέτες ήταν κάτι που είχε να κάνει περισσότερο με την οικονομική σας
κατάσταση ή ήταν κάτι που πήγαζε από της πολιτικές σας πεποιθήσεις;
LB: Επιλογή ήταν. Γιατί το Rollin Under μας είχε
πρωτινή να βγάλουμε κάποια στιγμή σε βινίλιο δουλείες μας, αλλά εμείς επιμέναμε
κασέτα. Την θέλαμε. Και ήταν και μια εποχή όπου έβγαιναν διάφοροι και έλεγαν
ότι το underground πρέπει να βγει από την ερασιτεχνικοί του κατάσταση και
διάφορες μαλακίες τέτοιες. Όσο για τώρα, καλός βγήκε το CD, διότι είχαν
αρχίσει να διαλύονται οι μίτρες και είχαμε σταματήσει να έχουμε κάποιο
καινούργιο υλικό. Δηλαδή ο Αγγελάκας, όταν μας βρήκε, είπε ότι είναι κρίμα
να χαθούν αυτά τα πράγματα και όντως έτσι θα γινόταν. Κι εμείς οι ίδιοι
δεν τα είχαμε.
OD: Πως ήταν τα πράγματα τότε; Ανήκατε σε
καμία κοινότητα μουσικών ή σε κάποια σκοινί;
LB: Όχι. Κοίταξε, υπήρχε μια σκηνή τότε. Οπός
υπάρχει και τώρα. Εμείς, βεδουίνοι της ζωής και της μουσικής και τα λοιπά,
ακολουθήσαμε δικό μας δρόμο. Γενικά δεν μας αρέσουν οι ομάδες και όλα αυτά
τα πράγματα. Τα βλέπω αλά δεν εντάσσομαι. Λες αυτά που έχεις να πεις ούτος
η αλός. Το να μπεις σε ένα χώρο το βρίσκω μίζερο.
OD: Τι σε ενοχλεί λιπών από όλα αυτά;
LB: To ότι πρέπει να ακολουθήσεις κάποια συγκεκριμένη
συμπεριφορά… το όπιο επιβάλετε κατά κάποιο τρόπο από το κοινό. Δηλαδή αυτός
που ακούει «Rock» πρέπει να είναι «Rock», αυτός που ακούει «Jazz» πρέπει
να είναι «Jazz». Δεν φύει ι ίδια η ίδια η ελληνική σκηνή που είναι κουραστικοί
ή δήθεν. Και στην Αμερική και στην Αγγλία να βρισκόμασταν, θα ήταν το ίδιο.
Γενικά οι ένταξης είναι βαρετές
OD: Και αυτός ήταν ένας λόγος που απείχατε
από τα Live;
LB: Όχι ο Αντώνης δεν ήθελε να βγει στη σκοινί
για δικούς του λόγους προσωπικούς, δεν ξέρω. Ίσος να ντρεπόταν. Εγώ πάντως
γούσταρα να να παίζουμε, οπός και έγινε.
OD: Πώς σου φάνηκε η συναυλία και η αντίδραση
του κόσμου στο Indie Free Festival;
LB: Η αντίδραση του κόσμου στην αρχή ήταν αμήχανη.
Σοκαρίσθηκαν. Μετά, εντάξει, άρχισαν να ακούνε προσεκτικότερα τα κομμάτια,
συνειδητοποίησαν ότι κάτι περίεργο παίζετε και παρακολουθούσανε. Τελικά
ήταν ωραία φάση. Υπήρχε αμεσότητα. Ανέβαιναν κόποι στη σκοινί μιλάγανε
κτλ. Ήρθε ένας πάνω στη σκοινί και μούλοι «να πω πως ι ζωή είναι σκατά;»
και του απαντάω εγώ «αφού αυτό προσπαθούμε να πούμε και εμείς με τα τραγούδια
μας ρε φίλε». Μετά ανέβηκε ένα παιδί και με ρότα «να παίξω drums;».
Μερικοί μας λυπούνται, σου λέει «τι διάολο είναι αφτί οι Lost Bodies, να
μι βρίσκουν ένα drummer» (γέλια), αλί λένε «σα μίση μπάντα ιστέ». «Καλή
δουλεία κανάτα αλά πρέπει να οργανωθείτε, βαλτέ κιθάρα, βαλτέ μπάσο». Αν
έχεις να πεις κάτι το λες και με σφυρίχτρα. Και ο κόσμος το καταλαβαίνει,
νομίζω.
OD: Φοβάσαι ότι μερικοί μπορούν να μηνούνε
στον χαβαλέ, επειδή αφτί ι δουλεία έχει ένα χιουμοριστικό στοιχείο;
LB: Ε, ναι. Ούτος η άλλος έχει πολλές πλευρές
αυτί ι δουλεία. Είναι πόλη που λένε ότι χει ανελέητη πλάκα. ‘Άλλοι λένε
οι Lost Bodies σταλάζουν τι μελαγχολικά τους σταγόνα σταγόνα στις φλέβες
μας. ‘Έχει ωμός και πλάκα και μελαγχολική υφή η δουλεία μας. Τώρα άλλοι
κοιτάνε την πλάκα και άλλοι παραπέρα. Αλλά αυτό συμβαίνει οπουδήποτε. Δηλαδή,
άμα δεις μια ζωγραφική και δείχνει ένα κώλο, αλός θα κοιτάξει τον κώλο,
άλλος θα κοιτάξει τα υπόλοιπα.
OD: Στην πρώτη σας κασέτα υπήρχε ένα μαντήλι,
στη δεφτέρι υπήρχε ένα μανιφέστο το όπιο δεν κατάφερα να το βρω ποτέ...
LB: … και λέγαμε, να βγάλουμε τρίτη κασέτα, να
βάλουμε ένα πεντακοσάρικο μέσα να πάρει ο καθένας ότι θέλει (γέλια). Ένα
πεντακοσάρικο για μας ένα για την κασέτα. OD: Τώρα που βγήκε η δουλεία
σε CD η ακόμα κι αν έβγαινε σε βινίλιο, δεν υπάρχει αυτό το προσωπικό στοιχείο.
LB: Στο cd παντός υπάγει και ένα κείμενο στο εσώφυλο
Ναι, οι κασέτες ήταν ζωγραφισμένες από εμάς τους ίδιους, καμία κασέτα δεν
ήταν ίδια με την άλλη.
OD: Τι πιστεύεις ότι είναι εκείνο που έχει
μύωση τη δύναμη του κυκλώματος της κασέτας και του Do-It-Yourshelf γενικότερα;
LB: Είναι άλλη εποχή, μπορεί να ξαναβγούν κασέτες,
δεν αποκλείεται. Και τα φανζινακια, είδες, ότι πέρασε μια εποχή που εξαφανιστήκανε.,
δηλαδή όλα αυτά που βγαίνανε ζωγραφισμένα κοκ. Αυτό συμβαίνει ωμός πάντα,
ακόμα και στα κινήματα. Δεν αποκλείεται δηλαδή να ξαναγυρίσουμε σε μια
τέτοια κατάσταση.
OD: Δεν πιστεύεις ότι είναι ένα σημείο της
μαζικής κουλτούρας αυτό;
LB: Και τι δεν είναι;
OD: Απ’ ότι ακούσαμε πάντως η καινούργια
δουλεία είναι πολύ διαφορετική από τις προηγούμενες.
LB: Κοίταξε, μετά από δέκα χρόνια, δεν μπορείς
να μένεις στα ίδια. Εάν πρόσεξες, ι φιλοσοφία είναι ι ίδια. Το άκουσε ένας
φίλος και λέει: «Πω, πω ρε μάγκα αυτό είναι μουσική για άρρωστους» και
του λέω «και οι άρρωστη δεν ακούνε μουσική; Χωρίς μουσική θα μηνούνε οι
άνθρωποι;» (γέλια)
OD: Βλέπω ένα σπίτι γεμάτο δίσκους και βιβλία.
Τι απ όλα αυτά έχει μπει στη μουσική και τη φιλοσοφία τον Lost Bodies;
LB: Τα βιβλία μάλλον σε βοηθάνε να αντιμετωπίσεις
καθημερινότητα. Η καθημερινότητα είναι αφτί που μπορεί στη δουλεία τον
Lost Bodies. Τώρα, αναφορικά με τη μουσική, οι επιρροές είναι παρά πολλές:
από underground μουσική τις δεκαετίας του ΄70 και από τα κινήματα και της
αντιεξουσιαστικές φιλοσοφίες των 70’ ως το punk, το post-punk, την avant-garde
μουσική σκηνή. Και ήχοι από το περιβάλλων παίζουν μεγάλο ρόλο στη μουσική
μας, οι ήχοι της πολυκατοικίας, οι ομιλίες τον διπλανών. Μια φορά γράφαμε
στο σπίτι ένα κομμάτι και στο διπλανό ακριβός διαμέρισμα έμενε μια «φώκια»
η όπια έπαιζε πιάνο. Και ακουγόταν παρά πόλη καθαρά. Και μόλις τελειώσαμε
το κομμάτι είπαμε να το βγάλουμε ετσί, με το πιάνο της διπλανής, έτσι ακριβός.
Τελικά ωμός είχε πόλη φύσημα, δεν το είχαμε γράψει σωστά. Αλλιώς θα κυκλοφορούσε
έτσι.
OD: Παντός ύπαρχοι μια αμεσότητα και μια
απλότητα στη μουσική τον Lost Bodies. Ας πούμε στο «Χάνομε» ακούγεται ένα
μόρο πίσω να κλαίει, ένας βήχας και διάφορη άλλοι καθημερινοί ήχοι.
LB: Έτσι γραφότανε, έτσι ζούσαμε, έτσι ήτανε.
Δεν κάναμε και τίποτα ιδιαίτερο. Απλός κρατούσαμε αυτά που μας άρεσαν.
Δηλαδή, αν το «Χάνομε» δεν είχε μέσα αυτό το βήχα, ίσος να μη το βάζαμε
στο CD
OD: Είναι το πιο διαφορετικό κομμάτι του
δίσκου.
LB: Ναι, είναι η μόνη μπαλάντα σε σχέση με τον
υπόλοιπο δίσκο. Είναι πιο λυρικό. Αν ήταν σκέτο, σαν μια μπαλάντα, δεν
θα μας έλεγε κάτι, αλλά είναι αυτός ο βήχας που το μακελεύει το κομμάτι.
OD: Οι «Αιώνιες πληγές» γιατί δεν μπήκαν
στο CD;
LB: Ωραίο κομμάτι, έτσι; Ξερής στην αρχή σκεφτόμασταν
να βγάλουμε ένα διπλό CD. Μετά είπαμε να μι βάλουμε όλα τα κομμάτια, για
να είναι πιο σφιχτός ο δίσκος. Όταν κυκλοφόρησε το Cd το όπιο τελικά είχε
διάρκεια 44 λεπτά, είχαμε μετανιώσει διότι πολλά κομμάτια αξιόλογα είχανε
μείνει απ έξω.
OD: Η Επαφή με τον Αγγελάκας πως έγινε;
LB: Έψαχνε να μας βρει ο Αγγελάκας από καιρό.
Βρήκε το τηλεφωνώ το δικο μου, όταν εγώ ήμουνα Αθήνα. Με πίρε τηλεφωνώ,
μου είπε, «με ενδιαφέρει η δουλεία, μ’ αρέσει πόλη, είναι κρίμα να χαθεί»,
και του λέω «δεν είναι μουσειακό, ρε φίλε, δουλεύουμε ακόμα», «α, ναι;»
μου άπαντα «νόμιζα πως είχατε διαλύσει». Ήρθε εδώ, άκουσε τα καινούργια
κομμάτια και του αρέσανε.
OD: Χρησιμοποιείτε αυτοσχέδια όργανα, όπως
πχ τα κρουστά στο Stretch Reflex;
LB: Εκείνο που ακούγεται στο Stretch Reflex είναι
ένας μπάντας πάνω σε μάρμαρο. Σκεφτόμασταν πως θέλαμε να ακούγεται και
εκείνο θέλαμε στην ουσία ήταν ένας μπαλτάς πάνω σε μάρμαρο. Δεν θα μπορούσε
να ακούγεται με κανένα άλλο τρόπο. Ακόμα κι αν το παίξουμε στα live, θα
είναι πάλι ένας μπάντας πάνω σε μάρμαρο.
OD: Οι τρύπες σου αρέσουν;
LB: Ροκ μουσική είναι. Σύγχρονη ροκ μουσική. Έχω
πάει σε συναυλίες τους. Ωραία ήταν.
OD: Το «Υπέροχο Τίποτα» πως σου φάνικε;
LB: Είναι η καλύτεροι δουλεία, κατά τη γνώμη μου.
Δεν είναι δηλαδή ακριβός Τρύπες. Προτιμάω το «Υπέροχο Τίποτα» από της ς
άλλες δουλείες τους.
OD: Υπάρχουν άνθρωποι που άκουσαν το «Υπέροχο
Τίποτα» πριν ακούσουν Lost Bodies. Και λένε για τους Lost Bodies, «πω πω
μου θυμίζουν το υπέροχο τυπωτά». Δεν πιστεύεις ότι το «Υπέροχο Τίποτα»
ίσος να έχει επηρεασθεί κάπως από τη δουλεία των Lost Bodies, ιδιαίτερα
στην εκφορά του λόγου;
LB: Ίσος. Κοίτα εάν ι δουλεία μας είχε κυκλοφορήσει
κάπως ευρύτερα, ίσως να είχαν επηρεασθεί και κάποιοι άλλοι άνθρωποι και
να δημιουργήσουν μια σκηνή κάπως περίεργη. Ωραίο θα ήταν αυτό… να υπάρχουν
κάποια γκρουπ που δεν θα ακολουθούσαν τη πεπατημένη και τα mainstream
πρότυπα.
OD: Σου έλειψε η αίσθηση της κοινότητας;
Νοιώθεις μοναχικός σε αφτί την πορία σου ως μουσικού;
LB: H αίσθηση της κοινότητας δεν μου λίπη, αλλά
θα χαιρόμουνα αν άκουγα κάποια συγκροτήματα διαφορετικά. Παντός μοναχικός
νιώθω ούτος η αλός. (γέλια). Όλοι το αισθάνονται αυτό. Ακόμα και οι Τρύπες
θα αισθάνονται μοναχικοί κάποιες στιγμές.
OD: Κάποια κομμάτια τραγούδια των Lost Bodies
πιστεύεις ότι περνάνε μέσω τον στίχων μια στάση ζωής γενικότερη;
LB: Εκ των πραγμάτων, και η μουσική δείχνει μια
στάση ζωής. Παίρνουμε, διαλύουμε ένα σύστημα και το ξαναφτιάχνουμε με ετερόκλιτα
υλικά.
OD: Δηλαδή η βάση των Lost Bodies είναι
η απόδομηση;
LB: Ναι, κάτι άλλο μπαίνει στη θέση του βέβαια.
Γίνετε ένα παιχνίδι: με ρωτείσαι ένα παιδί, γιατί διάλεξα τον Καβάφη, για
να βάλλω τη μουσική μου, γιατί διάλεξα ένα κλασικό. Ο Καβάφης είναι όντως
πόλη καλός, αλλά στους ακαδημαϊκούς θεωρείται ως ύβρης το να τον Βάλης
στο στόμα σου. «Ποιοι είναι αυτοί οι τσογλαναράδες που τολμούν να βάλουν
τι μουσική τους;» Το είδα σαν πρόκληση. Και μου αρέσει να πετάει κάνης
μια γλώσσα έξω.
OD: Τελικά αυτό που κάνει την πλειοψηφία
της μουσικής που παράγετε σήμερα αδιάφορη, πιστεύεις ότι είναι η έλλειψη
ενός φιλοσοφικού – πνευματικού Background;
LB: Μάλλον ξεκινάνε να δούνε τι πιάνει ή το τι
θα μπορούσε να πιάσει η το τι είναι πιο προσιτό, ενώ νομίζω ότι, εάν αφήνονταν
να εκφραστούν και να πουν ότι έχουν να πουν, θα είχαν πολλή καλύτερα αποτελέσματα.
Από κι και πέρα και η rock είναι λαϊκή μουσική και δεν είναι υποχρεωμένοι
όλοι οι μουσικοί να έχουν φιλοσοφίες από πίσω τους… αλά δεν μπορεί να είναι
όλοι στα ίδια.
OD: H σάτιρα παίζει μεγάλο ρόλο στη μουσική
των Lost Bodies, όπως στο «κοπιάστε». Και γενικά περνάει τα μηνύματα τους
υπόγεια και υποχθόνια. Σε ενοχλούν οι στίχοι που σου λένε κατευθείαν αυτό
που έχουν να πούνε;
LB: Κοίτα, καλό είναι να μην κάθεσαι και εντελώς
ξεβράκωτος ενώπιον του κοινού. Δεν ξερής πότε από πού θα σου έρθει. Μετά
είναι άποψη μου ότι μάλλον πρέπει πάντα να έχεις ένα πριόνι στο χέρι, αν
έχεις να πεις κάτι, έτσι οπός είναι τα πράγματα, παρά να χτίσης κάτι αστραφτερό
και να πρόσθεσης ένα πετραδάκι στη γενικότερη μαλακία.
OD: Τι σε ενοχλεί από την καθημερινότητα,
το σήμερα, την πολιτική, τα πάντα;
LB: Τα πάντα (γέλια). Καλό είναι να ψάχνεις και
να ασχολείσαι με την πολιτική. Αλλά η γενιά μου πέρασε ένα πολιτικό overdose
με την μεταπολίτευση που μας βαρυστομάχιασε. Ξεκίνησε όλος ο κόσμος με
την μεταπολίτευση να πέφτει με τα μούτρα, Λένιν, Μαρξ, Ένγκελς χωρείς να
προηγηθεί τίποτε άλλο. Είναι σα να ταΐζεις ένα μωράκι στιφάδο. Οπότε οι
περισσότεροι τα ξεχάσαμε. Μετά βέβαια κάποιοι ξαναψαχτήκαμε, πιάσαμε από
την αρχή το νόμιμα και θέσαμε και όλα τα υπόλοιπα «γιατί». Και τρως το
κεφάλι σου και καταλαβαίνεις ότι κανίς κακό του κεφαλιού σου (γέλια). Και
το συνειδητοποιείς μετά.
OD: Αποφορτίζεις πολλά πράγματα από μέσα
σου μέσα από τι μουσική των Lost Bodies;
LB: Ανελέητα πολλά, δεν φαίνεται; Και στην καινούρια
δουλεία. Θες να τα πεις και να τα πεις τώρα., για αυτό και τα περισσότερα
κομμάτια είναι δυλεπτα. Είναι πυκνά και συμπαγή. Η ένταση είναι φοβερή.
Δεν υπήρχε λόγος να διαρκούν περισσότερο. Είναι θέμα σεβασμού και για μας
και για τον κόσμο.
OD: Η νέα σας δουλεία είναι πιο πολύ ηλεκτρονική.
Τι είναι αυτό που σας ώθησε να κινηθείτε σε αυτό το πεδίο;
LB: Αν συνεχίζαμε το δρόμο που είχε χαραχτεί,
θα έπρεπε την κιθάρα να την στραμπουλίξουμε τόσο πολλή, ώστε να βγάζει
τελείως ακάθαρτους ήχους. Θα έπρεπε λιπών να γίνει κάτι άλλο. Κάναμε ηχογραφήσεις
εξωτερικές, μιξαρίσματα και το όλο πράγμα πίρε άλλη τροπή. Δεν νομίζω ότι
θα γυρίσουμε ξανά στα ακουστικά όργανα.
OD: Επίσης χρησιμοποιείτε πόλη την τεχνική
του cut-up. Σας έχει επηρεάσει σ’ αυτό δουλεία του William S. Burrougs
με τον Brion Gysin;
LB: Όχι μόνο του Burrougs αλλά και η δουλεία πολλών
άλλον. Πόλοι το έχουν χρησιμοποιήσει. Είναι μεγάλη ιστορία το cut-up. Το
έχουμε χρησιμοποιήσει στο Δο Ντίεση στη πρώτη του μορφή, το όπιο δεν βρίσκετε
έτσι μέσα στο CD. To Είχαμε χρησιμοποιήσει ωμός και σε άλλες δουλείες μας
όμως. Είχαμε για Βάλη παράδειγμα το κασετοφωνακη πανό σε ένα πλυντήριο
και το είχαμε αφήσει να ηχογραφεί Χοροπηδώντας πανό στο πλυντήριο που λειτουργούσε.
Σε cut-up έχει ρινί και το Αναρρόφηση τροφής… εκείνος ο ήχος με το βήχα.
OD: Και η χρίση του cut-up φαντάζομε γίνετε
στα πλαίσια της αποδόμησης – αναδόμησης που επιχειρείτε μέσο της μουσικής,
έτσι δεν είναι;
LB: Ναι. Σήμερα, υπάρχουν κάποιοι άνθρωποι οι
οποίοι θα χειροκροτούσαν αυτό που γίνεται σήμερα και αφτί θα πληρωθούν
για αυτό. Θα είναι ο ήχος τους γυαλισμένος και εύκολος. Εμείς δεν ήμασταν
ποτέ έτσι.
OD: Ποίος είναι ο ρόλος του τυχαίου στη
μουσική σου;
LB: Πόλη μεγάλος Πολλές φορές έτυχε να ξεκινήσουμε
με λάθος ακούσματα, ας πούμε, και να ανακαλύπτουμε τελικά αυτό που μας
κανί τελικά. Όμως και ήχοι που έχουν καταγραφή σχεδόν τυχαία έχουν χρησιμοποιηθεί,
όσο στα παλιά μας κομμάτια όσο και στην καινούργια μας δουλεία. Και η μουσική
που βασίζετε ολοκληρωτικά στο τυχαίο έχει μεγάλο ενδιαφέρον. Δεν λέω ότι
εμείς κάνουμε αυτό. Εμείς κάνουμε αυτό που κάνουμε, επειδή δεν θα μπορούσαμε
να κάνουμε κάτι άλλο. Μπορεί ένα γκρουπ να παίζει Mainstream και να είναι
και αυτό κότερο με το δικό του τρόπο. Δεν είναι υποχρεωτικό να είναι κάνης
τόσο ακραίως όσο εμείς, για να είναι διαφορετικός. Εμείς έχουμε το δικό
μας τρόπο, έχουμε κάποια ιδιορρυθμία. Πιο παλιά οι killdozer, για παράδειγμα,
φαινόταν Mainstream, αλλά αν τους προσέξεις, κάπου σου κλίνουν το μάτι.
Και αυτό είναι έξυπνο και παρά πόλη ωραίο… να είναι δηλαδή γυαλιστερός
ο ήχος και κάτι να μην πηγαίνει καλά. Σα να βλέπεις ένα διευθυντή ασφαλιστικής
εταιρίας να έχει σκουλαρίκι στη μύτη. Το αλλόκοτο με τραβάει και εμένα
και τον Μιχάλη και τον Αντώνη. Και το προτιμάω από το ευθύ. Ίσος είναι
αυτό που λέγαμε πριν, ότι καλύτερα να να μη λες κάτι στα ίσια, αλλά να
αφήνεις τον άλλο να το καταλάβει μόνος του. Και στον τομέα της λογοτεχνίας
και στον τομέα της ιστορίας θέλει πολλή μεγάλη μαγκιά και μαστοριά να το
καταφέρεις αυτό. Σ’ αυτά τα έργα που το καταφέρνουν η πρώτη ανάγνωση μπορεί
να μη σου κάνη μεγάλη εντύπωση, από τη δεφτέρι ανάγνωση και μετά καταλαβαίνεις
ότι κάτι γίνετε.
OD: Αυτί η κινητικότητα που υπήρχε στο Live
υπήρχε και στο studio;
LB: Ναι, ναι. Αφού μερικές φορές μέτρα της ηχογραφήσεις,
έτσι και τρώγαμε, ξερνάγαμε. Και είναι φυσική κινητικότητα, δεν είναι θέατρο.
Και τώρα, αφότου γύρισα από της ηχογραφήσεις που κάναμε την τελευταία περίοδο
στη Ρόδο, αρρώστησα. Και ο Αντώνης μάλλον το ίδιο. Ένας τεράστιος όγκος
ένα συμπυκνωμένο συμπαγές πράγμα. Άλλωστε άμα δεν είσαι μέσα στο πετσί
αυτών των κομματιών, δεν μπορείς να τα πεις με τίποτα. Δηλαδή πρέπει να
παρανοήσεις κείνη τη ώρα… και ιδικά το σωλήνες με το σιχτίρισμα τα χοντρό.
Άμα δεν βιώσεις τι φάση…
OD: Πως γράφτηκε το Σωλήνες;
LB: Κάναμε διακοπές με τον Αντώνη σε ένα μέρος
στην Κορίνθια, κοντά σε ένα σωληνουργείο. Κάποια στιγμή ξυπνάμε απότομα
ένα βράδυ… μπαμ μπαμ… ήταν τέσσερις πέντε ι ώρα το πρωί. Πόρε πούστη
μου, λέω, τι διάολο; Αντιληφτήκαμε ότι ήταν σοληνουργιο. Δεν το ξανάπαμε
μετάξι μας, όμως κάποια στιγμή επανήλθε το μυαλό μου και βγήκε τότε με
πόλη βίαιο τρόπο. Ωμά και αυθόρμητα. Οι στοίχοι πρωτοειπώθηκαν έτσι οπός
ακριβός ακούγονται στην ηχογραφημένοι εκτέλεση. Θα μου πεις, συμβαίνουν
και πόλη χειρότερα πράγματα.
OD: Πάντως νομίζω πώς το κομμάτι εκείνο
που εκφράζει καλύτερα της «πολιτικές» σας πεποιθήσεις είναι οι ρομαντικοί
κρατικοί.
LB: Ναι είναι το ποιο…
OD: Ανατρεπτικό θα έλεγες;
LB: Όχι δεν είναι τόσο ανατρεπτικό. Νομίζω ότι
υπάρχουν αλά πιο ανατρεπτικά. Ωμός το Ρομαντικοί κρατικοί είναι το πιο
άμεσο τραγούδι. Από την άλλη δεν μπορείς να είσαι ανατρεπτικός αν δεν είσαι
άμεσος.
OD: Ύπαρχοι κάποιος ρομαντισμός στην εξουσία;
LB: Καθόλου ρομαντισμός δεν ύπαρχοι στην εξουσία.
Είναι κτηνώδεις και ανηλεής. Υπάρχει παντού η κτηνωδία της εξουσίας και
κόποι τι βιώνουν παρά πόλη άμεσα.